σημαδευτής

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
σημαδευτής < σημαδεύω + -της

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

σημαδευτής αρσενικό, σημαδεύτρια θηλυκό

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]


Κλιτικός τύπος επιθέτου

[επεξεργασία]

σημαδευτής