φωτοσυνθέτω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

φωτοσυνθέτω < φωτο(σύν-θεση) + θέτω (αναδρομικός σχηματισμός) (Χρειάζεται τεκμηρίωση…)

Ρήμα[επεξεργασία]

φωτοσυνθέτω, αόρ.: φωτοσυνέθεσα (χωρίς παθητική φωνή) [1]

Κλίση[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.  (Αʹ έκδοση: 1998)