φόρος προστιθέμενης αξίας
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
φόρος προστιθέμενης αξίας < μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική taxe sur la valeur ajoutée
- → δείτε τις λέξεις φόρος, προστίθεμαι και αξία
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
φόρος προστιθέμενης αξίας αρσενικό
- έμμεσος φόρος που το κράτος εισπράττει επιβαρύνοντας σε διαφορετικό ποσοστό την τιμή πώλησης όλων των αγαθών
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
φόρος προστιθέμενης αξίας