χατιρικά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- χατιρικά < χατιρικ(ός) + -ά
Επίρρημα[επεξεργασία]
χατιρικά
- θα σου δώσω χατιρικά το αυτοκίνητο να πας μια βόλτα
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
χατιρικά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
χατιρικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του χατιρικό