χιμαιρικά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
χιμαιρικά < χιμαιρικός
Επίρρημα[επεξεργασία]
χιμαιρικά
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
χιμαιρικά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
χιμαιρικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του χιμαιρικό