χτιστά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
χτιστά < χτιστός
Επίρρημα[επεξεργασία]
χτιστά
- άλλη μορφή του κτιστά
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
χτιστά
→ δείτε τη λέξη κτιστά |
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
χτιστά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του χτιστός