Bignonia
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Λατινικά (la)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Bignonia < νεολατινική Bignonia < επώνυμο Bignon προς τιμήν του βιβλιθηκάριου του Λουδοβίκου ΙΕ΄ Jean-Paul Bignon (1662‑1743) + -ia
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Bignonia θηλυκό
- ταξινομικός όρος - γένος: διακοσμητικά φυτά της τροπικής Αμερικής
Συγγενικά[επεξεργασία]
Bignonia (διαγλωσσικοί όροι)
- ↷ καθαρεύουσα: βιγνονία
- → γαλλικά: bignone
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Με προέλευση από ανθρωπωνύμια