CDN

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

CDN < Content Delivery / Distribution Νetwork (τέλη δεκαετίας 1990)

Συντομομορφή[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
CDN CDNs

CDN (en) αρκτικόλεξο

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

  • CDN στην αγγλική Βικιπαίδεια Λήμμα στην αγγλική Βικιπαίδεια