Ei

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: ei

Γερμανικά (de)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

 

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

Ei (de) ουδέτερο

  1. το αβγό
  2. το ωάριο



Γερμανικά (de)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Ei < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Ei αρσενικό ή θηλυκό

Πηγές[επεξεργασία]

  • TNG-Adler, Liste der Nachnamen, ανακτήθηκε στις 29/9/2023 [1]