Musae

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Λατινικά (la)[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]

Musae (la)

  1. γενική ενικού του Musa
  2. πληθυντικός αριθμός του Musa
    • η μουσική, η παιδεία