Nord
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
Nord (de) αρσενικό, μόνο στον ενικό
- o βορράς
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Φινλανδικά (fi)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Nord < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Nord θηλυκό
Πηγές[επεξεργασία]
- Finnish Digital and Population Information Agency, ανακτήθηκε στις 1/8/2023, ενημέρωση δημοτολογίου μέχρι τις 31/7/2023 [1], [2]
Σουηδικά (sv)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Nord < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Nord αρσενικό ή θηλυκό
Πηγές[επεξεργασία]
- Last names with at least 10 bearers among persons registered on 31 December of each year. Year 1999 - 2020, Statistics Sweden [3]
Δανικά (da)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Nord < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Nord αρσενικό
Πηγές[επεξεργασία]
- Den samlede liste over for- og efternavne i Region Nordjylland (Ο πλήρης κατάλογος των ονομάτων και των επωνύμων στην περιοχή Βόρεια Γιούτλαντ), nordjyske.dk, ανακτήθηκε στις 13/9/2023 [4]
Γερμανικά (de)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Nord < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Nord αρσενικό ή θηλυκό
Πηγές[επεξεργασία]
- TNG-Adler, Liste der Nachnamen, ανακτήθηκε στις 29/9/2023 [5]
Νορβηγικά (no)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Nord < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Nord αρσενικό ή θηλυκό
Πηγές[επεξεργασία]
- Statistisk sentralbyrå / Statistics Norway, 12891: Last names used by 200 persons or more, by last name, contents and year, ανακτήθηκε 6/9/2023 [6]
Κατηγορίες:
- Λήμματα με ήχο στην προφορά (γερμανικά)
- Γερμανική γλώσσα
- Ουσιαστικά (γερμανικά)
- Αντίστροφο λεξικό (γερμανικά)
- Κύρια ονόματα (φινλανδικά)
- Επώνυμα κοινού γένους (φινλανδικά)
- Κύρια ονόματα (σουηδικά)
- Επώνυμα κοινού γένους (σουηδικά)
- Κύρια ονόματα (δανικά)
- Ανδρικά ονόματα (δανικά)
- Κύρια ονόματα (γερμανικά)
- Επώνυμα κοινού γένους (γερμανικά)
- Κύρια ονόματα (νορβηγικά)
- Επώνυμα κοινού γένους (νορβηγικά)