Yağcıoğlu

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Yağcioğlu

Τουρκικά (tr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Yağcıoğlu < οθωμανικά τουρκικά (;), τουρκικά Yağcı (Γιαγτζής) [< επάγγελμα yağcı (λαδάς, ελαιοπαραγωγός, λαδέμπορος)] + -oğlu (-όγλου)

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Yağcıoğlu αρσενικό ή θηλυκό

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[επεξεργασία]