abbé
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]abbé (en)
Άλλες γραφές
[επεξεργασία]Συνώνυμα
[επεξεργασία]Πηγές
[επεξεργασία]- abbé στο αγγλικό Βικιλεξικό
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
abbé | abbés |
Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]abbé (fr) αρσενικό
Πηγές
[επεξεργασία]- abbé - CNRTL (Centre National de Resources Textuelles et Lexicales, 2005) από το Trésor de la langue française informatisé
- abbé - Dictionnaire de français (Λεξικό της γαλλικής γλώσσας) - Larousse online