agavo
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | agavo | agavoj |
αιτιατική | agavon | agavojn |
agavo (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | agavo | agavoj |
αιτιατική | agavon | agavojn |
agavo (eo)