agilité
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /a.ʒi.li.te/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
agilité | agilités |
agilité (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
agilité | agilités |
agilité (fr) θηλυκό