apicultrice

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

apicultrice < θηλυκό του apiculteur

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
apicultrice apicultrices

apicultrice (fr) θηλυκό