aŭstrala
(Ανακατεύθυνση από auhstrala)
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | aŭstrala | aŭstralaj |
αιτιατική | aŭstralan | aŭstralajn |
aŭstrala (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | aŭstrala | aŭstralaj |
αιτιατική | aŭstralan | aŭstralajn |
aŭstrala (eo)