baloto
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | baloto | balotoj |
αιτιατική | baloton | balotojn |
baloto (eo)
Συγγενικά[επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη balot-