burĝono
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- burĝono < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | burĝono | burĝonoj |
αιτιατική | burĝonon | burĝonojn |
burĝono (eo)
- (βοτανική) το μπουμπούκι