cancérogenèse
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
cancérogenèse | cancérogenèses |
cancérogenèse (fr) θηλυκό
- η διαδικασία σχηματισμού του καρκίνου