clavicule
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /kla.vi.kyl/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
clavicule | clavicules |
clavicule (fr) θηλυκό