come before

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

ενεστώτας come before
γ΄ ενικό ενεστώτα comes before
αόριστος came before
παθητική μετοχή come before
ενεργητική μετοχή coming before

Ετυμολογία [επεξεργασία]

come before < → δείτε τις λέξεις come και before

Ρήμα[επεξεργασία]

come before (en)

  • (επίσημο) περνάω, ρυθμίζω κάτι μέσα σε δικαστήριο ή επιτροπή
    I come before a judge.
    Περνώ από δίκη.
    I come before a medical board.
    Περνώ από υγειονομική επιτροπή.
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη come up

Πηγές[επεξεργασία]