cuniculture
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
cuniculture | cunicultures |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
cuniculture (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
cuniculture | cunicultures |
cuniculture (fr) θηλυκό