efficacité
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ɛ.fi.ka.si.te/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
efficacité | efficacités |
efficacité (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
efficacité | efficacités |
efficacité (fr) θηλυκό