eskapinta

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]

eskapinta (eo)

  • αόριστος της επιθετικής ενεργητικής μετοχής του ρήματος eskapi

Επίθετο[επεξεργασία]

πτώση ενικός πληθυντικός
ονομαστική eskapinta eskapintaj
αιτιατική eskapintan eskapintajn

eskapinta (eo)