fishing line
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
fishing line | fishing lines |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
fishing line (en)
- η πετονιά
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- fishing line στην αγγλική Βικιπαίδεια