formulo
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | formulo | formuloj |
αιτιατική | formulon | formulojn |
formulo (eo)
- η φόρμουλα
- Formulo Unu, η φόρμουλα 1