hybrid
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
hybrid (en)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
hybrid | hybrids |
hybrid (en)
- το υβρίδιο