impertinenta
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- impertinenta < impertinent- + -a
Επίθετο[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | impertinenta | impertinentaj |
αιτιατική | impertinentan | impertinentajn |
impertinenta (eo)