looking glass
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
looking glass | looking glasses |
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ˈlʊk.ɪŋ ˌɡlɑːs/ (βρετανικό)
- ΔΦΑ : /ˈlʊk.ɪŋ ˌɡlæs/ (ΗΠΑ)
- ⓘ
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
looking glass (en)