maĵora
(Ανακατεύθυνση από majhora)
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | maĵora | maĵoraj |
αιτιατική | maĵoran | maĵorajn |
maĵora (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | maĵora | maĵoraj |
αιτιατική | maĵoran | maĵorajn |
maĵora (eo)