monstrosity
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
monstrosity | monstrosities |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
monstrosity (en)
- το τέρας, κάτι που είναι πολύ μεγάλο και πολύ άσχημο, ειδικά ένα κτίριο