na

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αφρικάανς (af)[επεξεργασία]

Επίρρημα[επεξεργασία]

na (af)



Βενετικά (vec)[επεξεργασία]

Άρθρο[επεξεργασία]

na (vec)



Κουρδικά (ku)[επεξεργασία]

Επίρρημα[επεξεργασία]

na (ku)



Ουαλικά (cy)[επεξεργασία]

Επίρρημα[επεξεργασία]

na (cy)



Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /na/
 

Πρόθεση[επεξεργασία]

na (pl)

  1. σε (στον/στην/στο)
    • προς (τον/την/το)
    • πάνω ή μέσα σε (στον/στην/στο)

Πολυλεκτικοί όροι[επεξεργασία]

Σημειώσεις[επεξεργασία]

  • όταν δείχνει θέση συντάσσεται με τοπική (miejscownik)
    • coś znajduje się na stole/podłodze/ulicy - κάτι βρίσκεται στο τραπέζι/πάτωμα/δρόμο
  • όταν δείχνει κίνηση συντάσσεται με αιτιατική (biernik)
    • coś przemieszcza się na stół/podłogę/ulicę - κάτι μεταφέρεται(μετακινείται) στο τραπέζι/πάτωμα/δρόμο

Πορτογαλικά (pt)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

na < em + a

Συγχώνευση[επεξεργασία]

na (pt)



Τσεχικά (cs)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

 

Πρόθεση[επεξεργασία]

na (cs)

  1. σε (στον/στην/στο)
    • προς (τον/την/το)
    • πάνω ή μέσα σε (στον/στην/στο)



Φιλιππινέζικα (tl)[επεξεργασία]

Επίρρημα[επεξεργασία]

na (tl)