pediatra
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πορτογαλικά (pt)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
pediatra (pt) < Pediatrics < από τη γενική παιδίου του αρχαίου ελληνικού παῖς και ἰατρός
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
pediatra | pediatras |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
pediatra (pt)