pressage
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
pressage | pressages |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
pressage (fr) αρσενικό
- η έκθλιψη
ενικός | πληθυντικός |
pressage | pressages |
pressage (fr) αρσενικό