puritain
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | puritain | puritains |
θηλυκό | puritaine | puritaines |
Επίθετο[επεξεργασία]
puritain (fr)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
puritain (fr) αρσενικό