senhonteco

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
senhonteco < sen + honteco

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
πτώση ενικός πληθυντικός
ονομαστική senhonteco senhontecoj
αιτιατική senhontecon senhontecojn

senhonteco (eo)

la ekstremo de senhonteco - το άκρον άωτον της αδιαντροπιάς