septembra
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | septembra | septembraj |
αιτιατική | septembran | septembrajn |
septembra (eo)
- σχετικός με τον Σεπτέμβριο, σεπτεμβριανός
- la septembra numero de la revuo - το νούμερο του Σεπτεμβρίου του περιοδικού