septembra

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

septembra < Septembr- + -a

Επίθετο[επεξεργασία]

πτώση ενικός πληθυντικός
ονομαστική septembra septembraj
αιτιατική septembran septembrajn

septembra (eo)

  1. σχετικός με τον Σεπτέμβριο, σεπτεμβριανός
    la septembra numero de la revuo - το νούμερο του Σεπτεμβρίου του περιοδικού