situo
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | situo | situoj |
αιτιατική | situon | situojn |
situo (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | situo | situoj |
αιτιατική | situon | situojn |
situo (eo)