steal the show
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Έκφραση[επεξεργασία]
steal the show (en)
- (ιδιωματισμός, χωρίς παθητική φωνή) κλέβω την παράσταση, επισκιάζω με την εμφάνιση, με την παρουσία μου κάθε άλλον
- ↪ The entire national team made a great showing, but the young goalkeeper stole the show.
- Όλη η εθνική ομάδα έκανε σπουδαία εμφάνιση, αλλά την παράσταση έκλεψε ο νεαρός τερματοφύλακας.
- ↪ The entire national team made a great showing, but the young goalkeeper stole the show.