toprağa vermek

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Τουρκικά (tr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

toprağa vermek < toprağa ("toprak" στην δοτική του ενικού) < toprak ("χώμα") & vermek ("δίνω") (κυριολεκτικά: δίνω στο χώμα)

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /tɔpɾɑːˈɑ veɾˈmɛc/

Ρήμα[επεξεργασία]

toprağa vermek (tr)

Κλίση[επεξεργασία]