trombone
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
trombone | trombones |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
trombone (en)
- (μουσικό όργανο) το τρομπόνι
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
trombone | trombones |
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
trombone (fr) αρσενικό
- (μουσικό όργανο) το τρομπόνι
- το ανάλογο αξεσουάρ γραφείου που έχει παραπλήσια εμφάνιση
- συνδετήρας για χαρτιά
Ιταλικά (it)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
trombone (it)
- (μουσικό όργανο) το τρομπόνι