tweetable

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

tweetable < tweet + -able

Επίθετο[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
tweetable tweetables

tweetable (fr) αρσενικό ή θηλυκό