vermoulu
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | vermoulu | vermoulus |
θηλυκό | vermoulue | vermoulues |
Επίθετο[επεξεργασία]
vermoulu (fr)
- (για κάτι ξύλινο) σκουληκοφαγωμένος, σάπιος