verni
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- verni < vernir
Επίθετο[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | verni | vernis |
θηλυκό | vernie | vernies |
verni (fr)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
verni | vernis |
verni (fr) αρσενικό