wolf
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
wolf (en) (πληθυντικός wolves)
- (θηλαστικό ζώο) λύκος : θηλαστικό
- (μεταφορικά) γκομενιάρης
Αφρικάανς (af)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
wolf (af)
Ολλανδικά (nl)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
wolf (nl)
Κατηγορίες:
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (αγγλικά)
- Αγγλική γλώσσα
- Ουσιαστικά (αγγλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αγγλικά)
- Θηλαστικά (αγγλικά)
- Ζώα (αγγλικά)
- Γλώσσα αφρικάανς
- Ουσιαστικά (αφρικάανς)
- Θηλαστικά (αφρικάανς)
- Ζώα (αφρικάανς)
- Λήμματα με ήχο στην προφορά (ολλανδικά)
- Ολλανδική γλώσσα
- Ουσιαστικά (ολλανδικά)
- Θηλαστικά (ολλανδικά)
- Ζώα (ολλανδικά)