à contre-courant

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Επίρρημα[επεξεργασία]

à contre-courant (fr) (παραδοσιακή ορθογραφία)

  1. (στην κολύμβηση) ενάντια στο ρεύμα
  2. (στη μόδα, στις ιδέες) αντίθετα με τη γενική αντίληψη

Άλλες γραφές[επεξεργασία]