żelazo
Εμφάνιση
Πολωνικά (pl)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]żelazo < πρωτοσλαβική želězo
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]żelazo (pl) αρσενικό
żelazo < πρωτοσλαβική želězo
żelazo (pl) αρσενικό