Αγουρίδα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Αγουρίδα < γενική ενικού του αρσενικού Αγουρίδας
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Αγουρίδα θηλυκό
Δείτε επίσης : αγουρίδα, Αγουρίδη |
Αγουρίδα θηλυκό