Γκρέις

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Γκρέις < αγγλικό Grace < grace

Μεταγραφή[επεξεργασία]

Γκρέις θηλυκό άκλιτο